Από το σφυροδρέπανο στον μαίανδρο
Η ιστορία μας ξεκινά στην πόλη του Βόλου, γνωστή για την αριστερόστροφη νοοτροπία της με βαθιές ρίζες στην περιοχή. Ως φυσικό επακόλουθο, η νοοτροπία αυτή ανακλάται φαινομενικά και σε μια μεγάλη μάζα της τοπικής νεολαίας. Κάπως έτσι μεγάλωσα κι εγώ σε μια οικογένεια με καθαρά κομμουνιστικές αντιλήψεις, σε ένα περιβάλλον που μου τόνιζε πως το χειρότερο κακό θα ήταν να γίνω ρατσιστής σαν τους Χρυσαυγίτες. Τι ειρωνεία… καθημερινά βλέπαμε την πόλη μας να βυθίζεται στην εγκληματικότητα Αλβανών και «Ρομά». Δεν ήταν λίγες οι φορές που, από τα παιδικά μας χρόνια ακόμα, κινδυνεύσαμε να πέσουμε θύματα της βίας συμμοριών αποτελούμενων από τις συγκεκριμένες «ευπαθείς ομάδες». Πολλοί που δεν ευνοήθηκαν από την τύχη κατέληξαν στο νοσοκομείο έπειτα από σοβαρούς τραυματισμούς που υπέστησαν λόγω χτυπημάτων από μαχαίρια και σιδερογροθιές. Η κοινωνία του Βόλου θυμάται ακόμα όταν το 2018 μια ομάδα «Ρομά» έφτασαν στο σημείο να δέσουν σε στύλο της ΔΕΗ 16χρονο μαθητή αρπάζοντας ό,τι αντικείμενο αξίας μπόρεσαν να βρουν και, ενώ όλοι γνώριζαν την αλήθεια, τα τοπικά μέσα αναπαρήγαγαν το γεγονός σαν ένα «εφηβικό αστείο»! Κάπως έτσι πολλές συνοικίες του Βόλου μετατράπηκαν σε γκέτο «ευπαθών» τους οποίους ακόμα και η αστυνομία διστάζει να αγγίξει φοβούμενη βίαιες αντιδράσεις. Κι όμως, για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας του Βόλου το μέγιστο κακό ήταν ακόμα η Χρυσή Αυγή…
Οι ανησυχίες και οι σκέψεις που γεννούσαν οι παραπάνω καταστάσεις παρέμειναν για χρόνια βυθισμένες μέσα μου καθώς γνώριζα εκ των προτέρων ότι κάθε προβληματισμός αντιμετωπίζεται αυτοματοποιημένα με θολές θεωρίες περί ορθής παιδείας και κοινωνικής ενσωμάτωσης των μειονοτήτων στην Δυτική κοινωνία. Όμως, ακόμα και σε ένα παιδί ήταν πλέον εμφανές ότι είχαν ήδη δοθεί πολλές ευκαιρίες «ομαλής ένταξης», όλες με απόλυτη αποτυχία. Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια ώστε να μάθω ότι αυτό δεν ήταν απλά μια προσωπική εντύπωση, αλλά ένα επιστημονικό γεγονός αδιάσειστα τεκμηριωμένο με έρευνες όπως αυτή των Rushton & Jensen* που αναλύει τις εκ γενετής διαφορές νοημοσύνης μεταξύ Ευρωπαίων και φυλών της κεντρικής Ασίας και της Αφρικής. Όσο όμως κι αν έβλεπα τα γεγονότα να επιβεβαιώνουν τις σκέψεις μου παρέμενα συναισθηματικά φορτισμένος εναντίον της Χρυσής Αυγής. Η πολυετής κοινωνική πίεση και η συσσωρευμένη προπαγάνδα με είχαν πείσει πως επρόκειτο για μία «εγκληματική/φασιστική» οργάνωση που στόχο είχε να κατασφάξει άμαχο πληθυσμό… Χρειάστηκε να αρχίσω να κάνω την δική μου μικρή έρευνα για να διαπιστώσω ότι και σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Παρακολουθώντας αρχικά ομιλίες των αντιπροσώπων της Χρυσής Αυγής στο «Ελληνικό» κοινοβούλιο διαπίστωνα ότι από αυτούς και μόνο άκουγα τα αυτονόητα και αναρωτιόμουν γιατί όλοι οι υπόλοιποι, φιλελεύθεροι και δημοκράτες πολιτικοί, αρνούνταν με τόσο φανατισμό να κατανοήσουν τα αδιέξοδα του Έλληνα πολίτη.
Η πραγματικότητα έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρη όταν οι σπουδές με έφεραν στη Θεσσαλονίκη. Για πρώτη φορά στη ζωή μου αντίκρισα από κοντά μία πόλη όπου παρά την ομορφιά της το Ελληνικό της στοιχείο επισκιαζόταν σε σχεδόν όλο το ιστορικό της κέντρο. Εκεί συνειδητοποίησα πόσο αληθινή είναι η απειλή της αλλοίωσης της Εθνικής μας υπόστασης. Σοκαριστική ήταν η εικόνα λεωφορείων γεμάτων Πακιστανούς που πλησίαζαν προκλητικά κάθε γυναίκα έτοιμοι να απλώσουν χέρι είτε για να κλέψουν είτε για να παρενοχλήσουν σεξουαλικά. Την ίδια απέχθεια ένοιωσα βλέποντας για πρώτη φορά και την πλατεία Ναυαρίνου ένα δημόσιο ουρητήριο γεμάτο φρικιά και αλλοδαπούς που σε κάθε βήμα βρόμαγε χασίς. Αργότερα έμαθα ότι αυτό είναι το στέκι των «επαναστατών» της πόλης, των ίδιων που ως αιώνιοι φοιτητές συνωστίζονταν στους χώρους των πανεπιστημίων μοιράζοντας φυλλάδια για ανοιχτά σύνορα και παρασιτώντας ως εκπρόσωποι φοιτητικών παρατάξεων. Τα Ελληνικά μας πανεπιστήμια έστεκαν βρώμικα και παρηκμασμένα, με αλλοιωμένη κάθε έννοια αισθητικής και από πάνω αναρχοκομουνιστές καθηγητές που αυτό-χρίστηκαν δερβέναγες των πολιτικών μας απόψεων. Απέναντι σε αυτή την επιβολή της διαστροφής κυριαρχεί μέχρι σήμερα η απόλυτη ανοχή όλων και πρώτα απ’ όλα των «δεξιών» που, πέρα από κάποια περιστασιακά σόου ψηφοθηρικής πόλωσης, τρέφουν το κτήνος της αριστεράς τόσο ηθικά (σεβόμενοι τους «αγώνες» της) όσο και οικονομικά (με αμέτρητες επιχορηγούμενες ΜΚΟ).
Ήταν όλα αυτά τα βιώματα που με έκαναν να πάρω την απόφαση να επιλέξω το «καταραμένο» ψηφοδέλτιο της Χρυσής Αυγής στις εκλογές του 2019. Όμως, οι λόγοι που με οδήγησαν στον Εθνικισμό και στην αντίδραση δεν ήταν πλέον προσωπικοί αλλά συλλογικοί και Εθνικοί. Μελετώντας την ιστορία η προοπτική της διάλυσης του Έθνους προκαλεί ρίγος, φόβο αλλά και βαθιά ντροπή. Όσο κοινότυπο και αν ακούγεται, είναι γεγονός ότι οι πρόγονοι μας έδωσαν τη ζωή τους για να ζούμε σε ελεύθερα Ελληνικά χώματα. Κι όμως, εμείς έχουμε την ευκαιρία να αγωνιστούμε επιτυχώς πολύ πιο αναίμακτα, καμία δικαιολογία λοιπόν δεν είναι αρκετή και η ψήφος δεν μπορεί να είναι παρά μόνο ένα πρώτο βήμα.
Η Χρυσή Αυγή έχει αντικειμενικά την μεγαλύτερη και μακροβιότερη εθνική δράση στην σύγχρονη Ελλάδα, είναι η ζωντανή ιστορία του Εθνικισμού στην χώρα μας. Ο αληθινός και αγνός ακτιβισμός του Κινήματος απέχει πολύ από τον ψεύτικο ακτιβισμό των υπόλοιπων κομμάτων που χαρακτηρίζεται ξεκάθαρα από μια αισχρή κερδοσκοπία σε βάρος των Ελλήνων. Κι αν κατά καιρούς εμφανίζονται ουκ ολίγα κόμματα και οργανώσεις που επιχειρούν να υψώσουν παρόμοιο λόγο, διαπιστώνει εύκολα κανείς ότι το μόνο που καταλήγουν να κάνουν είναι να ανταγωνίζονται την Χρυσή Αυγή, αδυνατώντας να επιδείξουν κάποιο ουσιαστικό έργο. Η Χρυσή Αυγή, παρά τον πόλεμο που δέχεται, παραμένει δυνατή και αμετακίνητη στις ιδέες της και στον σάπιο κόσμο που ζούμε χρειαζόμαστε ακριβώς αυτό: Πίστη στην Ιδεολογία για να οδηγεί την Δράση που με την σειρά της θα φέρει την πολυπόθητη εθνική επανάσταση.
Θέλω τα παιδιά μου να μεγαλώσουν σε μια χώρα υγιή και με αξιοπρέπεια, μία χώρα ασφαλή και με καθαρά πρότυπα. Κι αν με λυπεί που οι πολλοί δεν σκέφτονται όπως εμείς, αδυνατώ πλέον να ανεχτώ το παρά φύσιν σαν φυσιολογικό, την παρακμή σαν σεβαστή επιλογή, την χώρα μας να χάνει την φυλετική της υπόσταση και τα ιδανικά μας να χλευάζονται από τον κάθε ψευδοεπιστήμονα. Μαζί με πολλούς ακόμα νέους σε ολόκληρη την Ελλάδα, είμαστε εδώ και δίνουμε τον Αγώνα σε πείσμα όσων θέλησαν να μεγαλώσουμε υποταγμένοι, αρνητές της Εθνικής μας ταυτότητας, κόκκινοι «επαναστάτες» σε πλήρη συμφωνία με το καθεστώς. Τα σφυροδρέπανα και τα αλφάδια δεν μας εκφράζουν πλέον, δεν μας εξέφρασαν ποτέ, το αληθινό λάβαρο της Ελληνικής Νεολαίας είναι και θα είναι ο Μαίανδρος!
Ι.Γ.
*Rushton, J. Philippe, and Arthur R. Jensen. “Thirty years of research on race differences in cognitive ability.” (2005)
Παρότι αυτό είναι παλιό κείμενο, με αφορμή τη δική σου εμπειρία φίλε Ι.Γ, θα ήθελα να πώ κι εγώ μία ιστορία προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για έναν ευρύτερο διάλογο ανάμεσα στους νεότερους στην Ελλάδα, ώς προς την αναζήτηση τους για το πιά είναι η κατεύθυνση και ο στόχος της ζωής μας.
Η δική μου περίπτωση ξεκινά στην όμορφη πόλη του Πειραιά, γνωστή και ώς Πόρτο Δράκο ή Μάντσεστερ της Ανατολής — δέν μένω εκεί πλέον αλλά τέλος πάντων. Πιό συγκεκριμένα στην Καλλίπολη με την διπλή εκλογική ήττα από την κυβέρνηση “αριστερής παρένθεσης,” και την διάλυση της ΟΝΝΕΔ μετά από το αυτοκαταστροφικό της συνέδριο.
Μεγάλωσα ανάμεσα στα γραφεία μίας ΟΝΝΕΔ όπου μας διδάσκονταν μία νοοτροπία με παράλογα αντικεφαλαιοκρατικές ιδέες, ανέχεια όταν οι αριστεροί διαβρώναν τις αρχές της κουλτούρας της διασκέδασης και σκοτώνοντας κόσμο χωρίς τιμωρία, της παρεμπόδισης της υγιούς ανάπτυξης της αγοράς, και πάνω απ’ όλα να σωπαίνουμε μπροστά στον ακραίο σεβασμό προς την “αριστερά που αγωνίστηκε για την Ελλάδα”.
Βέβαια, είχα πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου τα μαθήματα των τιμίων αστών κεφαλαιοκράτων, αυτών που μας έφεραν τα θαύματα στην υγεία της εργατικής τάξης και της αγοράς όπως επίσης τον κινηματογράφο και τα στάδια του ποδοσφαίρου. Και ταυτόχρονα των μεγάλων εθνικιστών, εκείνων που αγωνίστηκαν για να μήν έχει η χώρα μας την τραγική κατάληξη τών Βαλκανίων, και φρόντιζαν ο πλούτος που παρήγαν οι Έλληνες εργάτες και βιομήχανοι να έμενε στα χέρια των Ελλήνων.
Δέν ήμουν σίγουρος εάν αφότου εγκατέλειπα την Νέα Δημοκρατία εάν οι ιδέες μου ήταν σωστές και εάν θα έπρεπε να γίνω εθνικιστής. Τώρα πλέον θα μπορούσαμε να πούμε πώς είμαι ένας Εθνικοκαπιταλιστής.
Τότε όμως, όλοι οι “καλοί” του κόσμου από πρυτάνεις έως δασκάλους, απεχθάνονταν αυτές τις ίδιες και τις έλεγαν τερατώδεις, αντεθνικές και το χειρότερο από όλα για εμένα, κατά των αυτοχθόνων λαών της Ευρώπης.
Στην σταδιοδρομία μου, είχα γνωρίσει πολλούς “φίλους” απο “προοδευτικούς” έως και “πατριώτες”. Αρκετοί δοκίμασαν να με οργανώσουν στα κόμματα τους, όμως στις λίγες περιπτώσεις που το έκανα, μόλις ερχόμουν κοντά στην βιβλιογραφία τους ένιωθα σαν τον βοσκό απο την ταινία με τον Χάρυ Κλυνν. Έτσι αποφάσισα ότι καλύτερα θα ήταν να μείνω πιστός στις προσωπικές μου ιδέες παρά να αλλάξω.
Η αντίδραση των χειρότερων απο αυτούς όταν τους είπα ότι αποχωρώ? Μαζικά κοροϊδευτικά βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και μία σωρεία χαλκευμένων διακηρύξεων στο διαδίκτυο ώς προσπάθεια να έρθουν στην προσοχή του εργοδότη μου για να απολυθώ από την δουλειά μου. Μόνο που όταν προσπάθησα να φέρω το ζήτημα αυτό ενώπιον της δικαιοσύνης, οι προστάτες των “ανθρωπιστών” μέσα στην αστυνομία αποκάλεσαν αυτές τις θηριωδίες ώς “αθώο trolling”. Φαίνεται ξέρανε τι ήταν αυτό στο χωριό τους και εγώ έσφαλα!
Βέβαια όσο και αν ή αλήθεια και τα τραύματα με κοιτούσαν κατάματα παρέμενα κι εγώ για μερικά χρόνια φοβικός όσον αφορά την Χρυσή Αυγή. Η προπαγάνδα από την δεξιά όσο και την αριστερά την είχε παρουσιάσει στον κόσμο σάν να ήταν μία Χριστιανική σέχτα που είχε στόχο να κάνει παιδομάζωμα (όπως όντως έκανε το “ανθρωπιστικό” ΚΚΕ) στις γειτονιές για να πηγαίνει τα παιδάκια στην Αμερική που έμενε ο μπαμπούλας ο Ντόναλντ Τράμπ — Ναί εννοώ εκείνον τον Ντόναλντ Τράμπ! Αυτόν που έφαγε γροθιές από τον Μπόμπι Λάσλευ για να διασκεδάσουμε στην τηλεόραση.
Εγώ όμως δέν χρειάστηκε να κάνω δική μου έρευνα για να δώ εάν τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Ήξερα ήδη, χωρίς να το παραδεχτώ ακόμη, ότι μόνο από την Χρυσή Αυγή θα άκουγα για την παρακμή του πολιτισμού μας και την εισχώρηση διαβρωτικών στοιχείων στα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τον κινηματογράφο, μέχρι και τα νεανικά βιβλία μυθοπλασίας, με μόνο τους ενδιαφέρον να βοηθήσουν στην παρακμή όλων των φυσικών αληθειών με μεθόδους ψυχολογικής χειραγώγησης με οποίες προσπαθούν να σπείρουν αμφιβολίες στα θύματα τους, έτσι ώστε να μην είναι βέβαιοι για την ίδια τους τη μνήμη, την αντίληψη και τη λογική — Για όσους δεν ξέρουν τι εννοώ, απλά δείτε όλα τα ξενόγλωσσα σάιτ κριτικής ταινιών, βιβλίων, και βιντεοπαιχνιδιών, δηλαδή το τί λένε τα στοιχεία αυτά απέναντι στην μάζα που θέλουν να διαβρώσουν.
Ήξερα ήδη ότι αριστεροί και δεξιοί που δέν ήταν εθνικιστές, είχαν στο μυαλό τους μόνο μίσος για το οτιδήποτε ήταν Ελληνικό, απο οικογένειες εώς και τίμιους μαγαζάτορες, και μόνο αχαλίνωτη λατρεία για τους ναρκομανείς και τους ναρκέμπορους τύπου Εσκομπάρ, τους εγκληματίες τύπου 17-Νοέμβρη και τους λαθρομετανάστες εγκληματίες — αυτό δέν είναι σχόλιο για την μετανάστευση, διότι δέν θα με πείραζε να έρχονταν στην χώρα μας λαμπροί αλλοδαποί νευροχειρουργοί, πυρηνικοί φυσικοί και αρχιτέκτονες.
Έτσι λοιπόν κι εγώ έκανα προδοσία ενάντια στην “πρόοδο” και επέλεξα το κακό! Ψηφοδέλτιο της Χρυσής Αυγής το 2019, μία δεκαετία αργότερα από ότι έπρεπε να το έκανα.
Βέβαια, οι δικοί μου λόγοι που με οδήγησαν αυτόματα στον εθνικισμό δέν ήταν μόνο προσωπικοί ή εθνικοί.
Ήταν φυσικοί.
Διότι κάποια στιγμή όλοι μας θα κάνουμε οικογένεια. Όλοι θα πάμε μία μέρα τα παιδιά μας σε ένα βιβλιοπωλείο που τώρα σχεδόν όλα έχουν μέσα μαθήματα για το πώς να γίνετε “Κουίρ”.
Όλοι θα πάμε τα παιδιά μας σε εκείνο το μαγαζί με κόμιξ όταν μας ζητήσουν να διαβάσουν την επόμενη περιπέτεια του Σούπερμαν, που τώρα τον δείχνουν να έχει σκηνές ομοφυλοφιλικού σ*ξ.
Όλοι πλέον θα αναρωτηθούμε, γιατί το σχολείο προκαλεί κατάθλιψη στα παιδιά μας και τους λέει ότι για να τους περάσει θα πρέπει να κάνουν αλλαγή φύλου.
Ναί, η Χρυσή Αυγή έχει την μεγαλύτερη και μακροβιότερη εθνική-κοινωνική δράση στην Ελλάδα, ναί είναι η οργάνωση που έμαθε τι εστί εθνικισμός στους συμπολίτες μας. Ναί η Χρυσή Αυγή παραμένει δυνατή και αμετακίνητη στις ιδέες της. Για πιό λόγο? Γιατί όπως ξεκίνησαν να λένε κάποτε, είναι οι τελευταίοι πιστοί, και σε αντίθεση με τις άλλες οργανώσεις δέν πέταξαν την Ελληνική οικογένεια στα σκουπίδια. Και ότι διαφορές ή διαφωνίες και εάν είχα, αυτό και μόνο αξίζει σεβασμό.
Τα λευκά πουκάμισα και τα οι μπλέ δαυλοί, με τα χρυσά σφυροδρέπανα και τα τσόλια των συμμοριτών ούτε εμένα με εκφράζουν, γιατί στην πραγματικότητα δεν με εξέφρασαν ποτέ. Τη μοναδική αλήθεια που χρειάζεται οι νέες και οι νέοι είναι τα μαύρα του εθνικισμού και τον μαίανδρο του εθνικισμού.
Μ.Β