Παράδοση και νεωτερικότητα στην ιδεολογία της Εθνεγερσίας (Α’ Μέρος)
Αναμφίβολα η Εθνική Παλιγεννεσία και το Έπος του 1821 παραμένουν (τουλάχιστον μέχρι νεοτέρων οιωνεί νικηφόρων αγώνων) η ενδοξότερη σελίδα της χιλιόχρονης ιστορίας των Ελλήνων, και ταυτόχρονα ένα από τα πιο πολυσυζητημένα και εκμεταλλευόμενα από τους μπλε και πρασινοκόκκινους μαυρογιαλούρους της εκχυδαϊσμένης πολιτικής ζωής του τσίρκου που φέρει τον τίτλο της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Είναι λίγο – πολύ γνωστές οι διαμάχες των ιστορικών (στρατευμένων και μη) καθώς και τα ζητήματα που αυτοί θίγουν (η φυλετική υπόσταση των Ελλήνων, η ελληνικότητα των Αρβανιτών και των κύριων προσώπων του Αγώνα, ο ξένος παράγοντας στην έκβαση των στρατιωτικών αναμετρήσεων , η ιδεολογία της επανάστασης κ.α.). Στην παρούσα εργασία, θα επικεντρωθούμε στα ποικίλα ιδεολογικά υποστρώματα του Αγώνα, αποπειρόμενοι παράλληλα μία ιστορική αποτίμηση των διαπλεκόμενων ιδεών υπό την προοπτική μίας ανανεωμένης, περισσότερο ζωντανής και ενεργητικής ανάγνωσης.
Είναι κοινώς παραδεκτό στους ακαδημαϊκούς κύκλους πώς ουδέποτε οι ιδεολογικές, οικονομικο-κοινωνικές , πολιτικές και αισθητικές συνιστώσες στον ελλαδικό χώρο διοχετεύονταν και διαδίδονταν ως έτοιμα θεωρητικά μοντέλα ερχόμενα είτε από την Δύση είτε από την Ανατολή, δίχως πρώτα να περάσουν από το κατάλληλο και προσήκον στις ιστορικές συνθήκες φιλτράρισμα του ελληνικού ιστορικού υποκειμένου. Κατά τον πολυτάραχο τόσο στο πολιτικό, όσο και στο πνευματικό επίπεδο 18ο αι., στην Ευρώπη μεσουρανεί ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός (το πρόσημο του οποίου θα σχολιαστεί στη συνέχεια) , ο οποίος, έχει ως αιχμή του δόρατος τα στρατεύματα του Ναπολέοντα τα οποία φυτεύουν το ‘’δέντρο της ελευθερίας’’ στις χώρες όπου προελαύνουν. Φυσικό επακόλουθο ήταν να επηρεαστούν από αυτό το τεράστιο κοσμοθεωρητικό και ανατρεπτικό κίνημα και οι Έλληνες λόγιοι του αποδήμου ελληνισμού, οι οποίοι, έχοντας ενθαρρυνθεί από τις ευνοϊκές για τον επικείμενο Αγώνα γεωπολιτικές εξελίξεις (συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή το 1774, Ναπολεόντειοι Πόλεμοι, σταδιακή εξασθένιση της οθωμανικής κυριαρχίας επί των υπόδουλων πληθυσμών της αυτοκρατορίας), άρχισαν μανιωδώς τη σύνταξη προγραμμάτων για την επόμενη μέρα του ξεσηκωμού (βλ. Ρήγας) ενώ άλλοι καταπιάστηκαν με την μετάφραση και τον υπομνηματισμό των επιστημονικών πραγματειών του διαφωτισμού, όπου διακηρύσσονται οι αρχές του εμπειρισμού και της οικουμενικότητας των φυσικών νόμων. Κύριες προσωπικότητες του κινήματος θεωρούνται ο Ευγένιος Βούλγαρης (καταχρηστικά κατά τον γράφοντα, εφόσον ο Βούλγαρης κράτησε πάντοτε μια ισορροπημένη στάση έναντι των δυτικών προτύπων), ο Ιώσηπος Μοισιόδακας ( μεταφραστής και υπέρμαχος του εμπειρισμού καθώς και του αναπροσανατολισμού της παιδείας κατά τα δυτικά πρότυπα), ο Δημήτρης Καταρτζής και οι μαθητές του (Γρηγόριος Κωνσταντάς και Δανιήλ Φιλιππίδης), ο πλέον ανατρεπτικός Χριστόδουλος Παμπλέκης (ο οποίος έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με τα θρησκευτικά δόγματα και αφορίζεται). Βεβαίως , δεν θα μπορούσαμε παρά να αναφέρουμε τον πατέρα του νεοελληνικού διαφωτισμού (τα χρονικά όρια του κινήματος υπολογίζονται στα τέλη 17ου– αρχές 18ου αι.), τον κλασικό φιλόλογο και ίσως την πιο αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του νεότερου ελληνισμού, Αδαμάντιο Κοραή, πολυπράγμονα μεταφραστή της κλασικής γραμματείας και συγγραφέα, μεταξύ άλλων, του ΄΄μανιφέστου΄΄ του νεοελληνικού διαφωτισμού, του Memoire (1803), κλασικού έργου της σκέψης της εποχής.
Οι βασικές θέσεις του νεοελληνικού διαφωτισμού δύνανται να συνοψιστούν ως εξής: α) αναπροσανατολισμός της παιδείας και αποκληρικοποίηση της, με παράλληλη άρνηση των παραδοσιακών ιδεολογικών μορφωμάτων, β) εθνική απελευθέρωση, η οποία θεωρείται ότι θα προέλθει από τη διάδοση της παιδείας και από την εισαγωγή νέων, δημοκρατικών ιδεών, γ) κοινωνική απελευθέρωση, με επιδίωξη την δημιουργία, στο μελλοντικό ελεύθερο ελληνικό κράτος, μιας κοινωνίας θεμελιωμένης στην αστική ισότητα και τις δημοκρατικές ελευθερίες. Η κεντρική ιδέα, όσον αφορά την σχέση των Ελλήνων με την Ευρώπη, ήταν το σχήμα της ‘’μετακένωσης’’, ήτοι η επιστροφή των ‘’Φώτων’’ (= των επιστημών) από την Δύση στον νέο ελληνισμό ως ξόφληση ΄΄μετά τόκων΄΄ των βάσεων της επιστημονικής σκέψης, που έδωσε ως δάνειο η αρχαιότητα στους Ευρωπαίους.
Οι παραπάνω θέσεις των νεοελλήνων διαφωτιστών αντλούσαν από, την ευρέως διαδομένη την εποχή εκείνη στην Ευρώπη, εικόνα που είχαν διαπλάσει για την αρχαιότητα οι moderni, ως κοιτίδας του ανθρωπιστικού πολιτισμού, της δημοκρατίας, των τεχνών, των επιστημών, της φιλοσοφίας , μιας γενικότερα αφαιρετικής και εκκοσμικευμένης αντίληψης για το παρελθόν του λαού μας, η οποία μάλιστα περιορίζοντο χρονικά στην εποχή της κλασικής αρχαιότητας και ειδικότερα της αθηναϊκής δημοκρατίας. Κατά συνέπεια, ηρνούντο να αναγνωρίσουν εκτεταμένες και πλούσιες σε έργα εποχές τις ελληνικής ιστορίας όπως φαίνεται από το ακόλουθο απόσπασμα από τον Κοραή:
«Οι Μακεδόνες […] επροχωρούσαν καθημερινά εις την κατάλυσιν της ελευθερίας […] και δουλωμένοι [ οι Έλληνες] εις τους Μακεδόνας […] Μετά την Μακεδονικήν δεσποτείαν έπεσαν υπό κάτω εις των Ρωμαίων την εξουσίαν και τέλος στους Τούρκους».[i]
Μία ακόμη, αντίστοιχης σκεπτικής, παραπομπή από έναν έτερο ομοϊδεάτη του Κοραή, τον Μιχαήλ Περδικάρη:
Μία ακόμη, αντίστοιχης σκεπτικής, παραπομπή από έναν έτερο ομοϊδεάτη του Κοραή, τον Μιχαήλ Περδικάρη:
«Το Γένος των Ελλήνων, ω φίλτατε αναγνώστα […] αφού καταρχάς αυτό επολιτεύθη δι’ αιώνων κάθ’ εαυτό αυτοδέσποτον και αυτεξούσιον, υπετάγη, πρώτον μεν εις το Μέγαν Αλέξανδρον, ύστερον δε εις Ρωμαίους»[ii]
Ορισμένα συμπεράσματα, πιστεύω, εξάγονται δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια. Οι αρχαϊκότεροι πολιτικά Μακεδόνες (λόγω της διατηρήσεως των δωρικών πολιτικών θεσμών του βασιλικού πολιτεύματος και του διαχωρισμού σε φυλές) διακρίνονται από τους πολιτικά ‘’προοδευτικότερους’’ Αθηναίους. Όπου, βέβαια, εντοπίζουμε λέξεις και φράσεις όπως κατάλυσιν της ελευθερίας , αυτοδέσποτον και αυτεξούσιον, πρόκειται για έννοιες κομβικές για την ιδεολογία της φιλελεύθερης δημοκρατίας, οι οποίες, φυσικά, γίνονται αντιληπτές υπό τον αναχρονιστικό της οπτικό φακό. Εύλογα , επίσης , αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο μεσαιωνικός ελληνισμός αποκηρύσσεται συλλήβδην ως δεσποτικός και ανελεύθερος, εφόσον δεν ακολούθησε τα ελληνικά (στην πραγματικότητα αθηναϊκά) πολιτικά πρότυπα και από τη στιγμή που επικράτησε, ο τόσο μισητός στους διαφωτιστές και τους τέκτονες πατρόνες τους, χριστιανισμός. Τις σκοπιμότητες όμως αυτών των θέσεων θα τις πραγματευτούμε στην συνέχεια.