Βαράγγειος Φρουρά: Οι Βίκινγκς της Κωνσταντινούπολης
Στις 29 Μαΐου του 1453 η Κωνσταντινούπολη έπεσε και οι οθωμανικές ορδές άλωσαν την Βασιλεύουσα των Πόλεων. Μαζί της τερματίστηκε και η χιλιόχρονη ύπαρξη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που ανέδειξε το μεγαλείο του μεσαιωνικού Ελληνισμού. Όλοι κατά καιρούς έχουμε διαβάσει για τις ηρωικές μάχες που έλαβαν χώρα στα τείχη της Βασιλεύουσας. Όλοι γνωρίζουμε για την επιλογή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου και των μαχητών του να πολεμήσουν ως το τέλος τις βαρβαρικές ασιατικές ορδές. Στιγμές δόξας και ανδρείας καταγράφονται σε όλο το μήκος των τειχών. Ένα από τα ύστατα σημεία αμύνης ήταν και εκείνο που υπερασπίζονταν οι Βάραγγοι.
Ως Βαράγγους εννοούμε τις ομάδες των Βίκινγκς, οι οποίοι κατά τον 8ο αιώνα μ.Χ. κατευθύνθηκαν από την Σκανδιναβία στις περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης. Κατά τις μετακινήσεις τους ίδρυσαν πόλεις στις ακτές των ποταμών Δνείπερου και Βόλγα. Στα χρονικά τα οποία διαθέτουμε, αναφέρονται ως οι ιδρυτές της ηγεμονίας του Κιέβου. Αν και αρχικά προέβαιναν σε επιδρομές εναντίον κτήσεων της Αυτοκρατορίας, στη συνέχεια οι αυτοκράτορες αποφάσισαν να τους αξιοποιήσουν ως μισθοφόρους, καθώς φημίζονταν για τις πολεμικές τους ικανότατες. Η πρώτη τους συμμετοχή ως τμήμα του αυτοκρατορικού στρατεύματος ανάγεται στο έτος 902 μ.Χ. Εκείνος, όμως, αυτός που καθιέρωσε τους Βαράγγους ως αυτοκρατορική φρουρά και επίλεκτο σώμα, ήταν ο Βασίλειος Β’, που αργότερα έμεινε στην ιστορία με το προσωνύμιο Βουλγαροκτόνος.
Το έτος 987 μ. Χ. ο νεαρός Αυτοκράτορας Βασίλειος αντιμετώπιζε απειλές τόσο απ’ τους Βούλγαρους στον βορρά όσο και από τον γαιοκτήμονα Βάρδα Φωκά. Ο τελευταίος, είχε συμμαχήσει με άλλα μέλη της αριστοκρατίας, που είχαν διαπιστώσει ότι δεν μπορούν να εκλέξουν τον Βασίλειο, και κατάφερε να σχηματίσει δικό του στρατό. Έτσι, θέλησε να εκθρονίσει τον Αυτοκράτορα και να στεφθεί στη θέση του. Ο Βασίλειος ζήτησε βοήθεια απ’ τον πρίγκηπα του Κιέβου Βλαδίμηρο γιο του Σβιατοσλάβ (Володимѣръ Свѧтославичь). Εκείνος ανταποκρίθηκε στέλνοντάς του 6.000 άνδρες υπό τον όρο να νυμφευθεί την αδερφή του Βασιλείου, Άννα την Πορφυρογέννητη. Η συμβολή των Βαράγγων υπήρξε καθοριστική στην διάλυση της Στάσης του Βάρδα Φωκά, ενώ ο ίδιος λέγεται πως πέθανε από συγκοπή βλέποντας τους Ρως Βίκινγκς να κομματιάζουν τους αντιπάλους τους με ευχαρίστηση. Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος είχε βρει πλέον τους πιο επίλεκτους πολεμιστές, στο εσωτερικό, και έναν νέο σύμμαχο, στο εξωτερικό, καθώς το χέρι της Άννας θεωρήθηκε τόσο σημαντική ανταμοιβή ώστε ο Βλαδίμηρος βαπτίστηκε και οδήγησε όλο τον λαό του στην πίστη της Αυτοκρατορίας.
Σταδιακά η Βαράγγειος Φρουρά ανδρώθηκε και από άλλα Σκανδιναβικά φύλα. Στα χρονικά της εποχής οι μαχητές της περιγράφονται ως θηριώδεις με μεγάλο ύψος και γενειάδες. Φορούσαν κόκκινους μανδύες, αλυσιδωτούς θώρακες με σχέδια δράκων και ένα κόκκινο ρουμπίνι στο αριστερό αυτί. Ως βασικό όπλο, κράδαιναν μεγάλα τσεκούρια, τα οποία χειρίζονταν με δεινότητα. Όμως, το μεγαλύτερο προσόν τους, κατά τις πηγές, ήταν η απόλυτη πίστη τους στον θρόνο του Αυτοκράτορα, ανεξάρτητα από το ποιος ήταν εστεμμένος. Σε αντίθεση με τους επιρρεπείς σε πραξικοπήματα γαιοκτήμονες, οι Βάραγγοι παρέμεναν αφοσιωμένοι σ’ εκείνον που τους πλήρωνε αδρά για τις υπηρεσίες τους.
Πολέμησαν σε όλα τα μέτωπα της Αυτοκρατορίας πλάι στον τακτικό στρατό. Το έτος 902 μ.Χ. στην Κρήτη κατά των Αράβων, το 1001 μ.Χ. στην Γεωργία, το 1017 μ.Χ. στην Ιταλία εναντίον των Λομβαρδών, το 1022 μ.Χ. στην Αρμενία, και το 1054 μ.Χ. στην Μ. Ασία όπου συνέτριψαν τους Σελτζούκους. Οι μάχες τους είναι αναρίθμητες, όπως και οι νίκες.
Το 1034 μ. Χ. καταφθάνει στην υπηρεσία του αυτοκράτορα ο 19χρονος Νορβηγός πρίγκηπας Χάραλντ Σίγκουρντσον. Μαζί με τους 500 συντρόφους του γίνεται δεκτός στην αυτοκρατορική φρουρά των Βαράγγων. Ίσως πρόκειται για τον πλέον θρυλικό πολεμιστή ο οποίος συμμετείχε σε αναρίθμητες μάχες, ενώ διέθετε αξεπέραστες στρατηγικές ικανότατες, τις οποίες έδειξε κατά την Βυζαντινή εκστρατεία στην Σικελία. Κατά την διάρκεια μιας φαινομενικά ακατόρθωτης πολιορκίας, ο Χάρλαντ φέρεται να αναβίωσε ένα από τα τεχνάσματα της Αγίας Όλγας του Κιέβου. Παρατήρησε πως τα σπίτια εντός της πόλης είχαν σκεπές από άχυρο, στις οποίες υπήρχαν αναρίθμητες φωλιές πουλιών. Αφού αιχμαλώτισε αρκετά από αυτά, έδεσε στα πόδια τους κομμάτια από εύφλεκτα υλικά και ανάβοντας τα άφησε τα πτηνά να επιστρέψουν στην πόλη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προκλήθηκε πυρκαγιά, μέσα στη σύγχυση της οποίας ο Χάρλαντ και οι άνδρες του επιτέθηκαν θριαμβεύοντας. Το έτος 1060 μ.Χ. ο διοικητής της Βαρραγείου Φρουράς επιστρέφει ως βασιλιάς στη Νορβηγία και οργανώνει εισβολή στη Βρετανία. Αυτός ο πόλεμος ήταν και ο τελευταίος του αφού σκοτώνεται το 1066 μ.Χ. στην μάχη της γέφυρας του Στάνφορντ.
Πολλοί απ’ τους Βαράγγους δεν γύρισαν ποτέ πίσω στις πατρίδες τους. Δεν ξαναείδαν τις όχθες του Βόλγα, τα χιονισμένα δάση της Νορβηγίας ή το βόρειο σέλας. Στη Σουηδία βρέθηκαν επιγραφές ρούνων συνδυασμένων με βυζαντινούς σταυρούς, αφιερωμένες στους Βίκινγκς που ταξίδεψαν στη Μεσόγειο και δεν γύρισαν ποτέ. Οι επιγραφές αναφέρουν πως έπεσαν στην χώρα των Ελλήνων (Grikkland) πολεμώντας με τους Έλληνες, υπερασπιζόμενοι την τιμή των όπλων και τον όρκο τους προς τον Αυτοκράτορα.