Στο τέλος της Ιστορίας;
Στο λυκόφως της κατάρρευσης του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ο ιαπωνο-αμερικάνος πολιτικός επιστήμων Φράνσις Φουκουγιάμα δημοσίευσε το περίφημο έργο του “The End of History and the Last Man” (Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος), όπου διακήρυττε αφενός, την νίκη του νατοϊκού «δυτικού» κόσμου στον Ψυχρό Πόλεμο και αφετέρου, την ιστορική επιβεβαίωση του φιλελευθερισμού ως του de facto πολιτικού και οικονομικού μοντέλου. Πεποίθηση και πρόβλεψη του ήτο η εξαφάνιση των οιωνδήποτε πολιτισμικών, εθνικών, κοινωνικών και θρησκευτικών διαφορών όλων των ανθρωπίνων πολιτισμών,
υπό την δράση της παγκόσμιας αγοράς, της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της ιδεολογίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Πρόκειται, για την αναγγελία της φιλελεύθερης «ουτοπίας» που βιώνουμε σήμερα, η οποία έχει αφαιμάξει την Λευκή Φυλή απ’ όλα όσα την είχαν κάποτε αναδείξει ως κοσμοκράτειρα δύναμη. Στον διάβα της καθίσταται αναγκαία η ολοκληρωτική υποταγή της πολλαπλότητας στην ομογενοποιητική δύναμη της παγκόσμιας αγοράς, της διεθνιστικής ιδεολογίας και των Μ.Μ.Ε., των οποίων η εμβέλεια φθάνει πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στην δυσοίωνη αυτή αναγγελία του Φουκουγιάμα για το μέλλον του ανθρώπινου πολιτισμού απάντησε ο αμερικανός Σάμουελ Χάντινγκτον το 1993 με το δοκίμιο του ‘’Η Σύγκρουση των Πολιτισμών’’, το οποίο δημοσιεύτηκε στο Foreign Affairs. Στην συγκεκριμένη εργασία του, ο Χάντινγκτον αντιτίθεται στην περισσότερο υλιστική και μονοπαραγοντική πρόβλεψη του Φουκουγιάμα (από την στιγμή που όλες οι αλλαγές εξετάζονται μονάχα ως συνέπεια της ίδιας της οικονομικής μεταβολής), δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στον όρο «πολιτισμός» και όσα αυτός εμπεριέχει. Κατ’ αυτόν, η Νέα Τάξη πραγμάτων η οποία επρόκειτο να δημιουργηθεί μεταπολεμικά θα καθορίζετο από συγκρούσεις όχι ανάμεσα σε αυστηρώς πολιτικο-οικονομικά συστήματα, αλλά με αντιμαχόμενες πολιτιστικές ομάδες, όπως η Δύση και ο Ισλαμικός Κόσμος. Πάγια θέση του ήταν επίσης και η άποψη, ότι η βιαστική προώθηση της δημοκρατίας (όπως προέτρεπε ο Φουκουγιάμα) σε χώρες και πολιτισμούς που δεν έχουν περάσει από τις προαπαιτούμενες και προπαρασκευαστικές ιστορικές διαδικασίες πιθανώς να προκαλούσε μεγάλη πολιτική αστάθεια και αναταραχή στις χώρες υποδοχής των ιδεών, σκέψη η οποία έχει επαληθευτεί επανειλημμένως από την αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Η διαρκής εμπόλεμη κατάσταση στην Μέση Ανατολή, η αυξανόμενη και εξελισσόμενη επιρροή της Ρωσίας και της Κίνας στην παγκόσμια αγορά, η υπερχρεωμένη αμερικανική οικονομία, οι φυλετικές συγκρούσεις και οι ποικίλες ευρωσκεπτικιστικές τάσεις εντός της Ε.Ε., δείχνουν πως κάθε άλλο παρά «κόβεται» ο μίτος της Ιστορίας, προοιωνίζοντας επίσης την είσοδο σε μία περίοδο αβεβαιότητας και ταραχής των συνειδήσεων του παγκόσμιου πληθυσμού. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις συνέπειες της φιλελεύθερης επιρροής στις συνειδήσεις των δυτικών από την στιγμή που αυτός κυριαρχεί πολιτικά είτε ευθέως είτε μέσω των εταίρων του (π.χ. της σοσιαλδημοκρατίας). Ο φιλελευθερισμός μπορεί να μην φέρνει “το τέλος της ιστορίας” αλλά έχει καταφέρει να μονοπωλήσει την πολιτική ζωή, προωθώντας μια ατζέντα και μια ρητορική «ευδαιμονισμού», η οποία έχει ως σκοπό να συντηρήσει το status quo και να προωθήσει την διαδικασία της παγκοσμιοποίησης. Η δε αποκλειστική ενασχόληση με θέματα οικονομικής φύσης, έχει αφήσει ανεξέλεγκτες τις αριστερές και ανατρεπτικές (εν τύποις τουλάχιστον) δυνάμεις, να αλωνίζουν ελεύθερα. Οι δυνάμεις αυτές όμως δεν επιτίθενται στον ίδιο τον φιλελευθερισμό τον οποίον υποτίθεται ότι πολεμούν, αλλά σε όσες αξίες και πολιτισμικές δομές της Δύσης έχουν απομείνει υγιείς και μας θυμίζουν παρελθόντα μεγαλεία και κάλλη (βλ. Κριτική Θεωρία, Σπουδές Φύλου, Αποδομισμό κτλ). Αυτή η γενικότερη προσπάθεια εργαλειοποίησης των ανθρωπιστικών επιστημών από την Αριστερά έχει δημιουργήσει μια κατάσταση στασιμότητας και παράλληλα αλλοτρίωσης.
Σε αυτούς τους καιρούς παρακμής αλλά και έντονων μεταβολών αποτελεί ιστορική ευθύνη όλων των εναπομείναντων υγιών μελών των Ευρωπαϊκών Εθνών να εγερθούν σύσσωμοι, να υψώσουμε σθεναρά τα λάβαρα των προγονικών μας Παραδόσεων και παρακαταθηκών και να αναχαιτίσουμε την παλίρροια της «προόδου» και του «εκσυγχρονισμού».